Για το Σαϊμπάμπα – με αφορμή την έκδοση ποιημάτων του στα αγγλικά
Αντιγράφοντας από την έκδοση: «Το απόγευμα της 9ης Μαΐου 2014, ένα αστυνομικό απόσπασμα σταμάτησε ένα αυτοκίνητο στο Δελχί και τράβηξε έξω έναν άνδρα σε αναπηρικό καροτσάκι, στο δρόμο του για το σπίτι από τη δουλειά. Στάλθηκε στο Ναγκπούρ, όπου συνελήφθη υπό την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για την Αποτροπή Παράνομων Δραστηριοτήτων, το δρακόντειο αντιτρομοκρατικό νόμο. Το αμαξίδιό του καταστράφηκε καθώς τον τραβούσαν να λογοδοτήσει και τον πετούσαν στο αστυνομικό όχημα και τα νεύρα του αριστερού του χεριού τραυματίστηκαν, μια μόλυνση που αργότερα απλώθηκε και πρακτικά αχρήστευσε και τα δυο του χέρια.
Αυτός ο άνδρας ήταν ο Σαϊμπάμπα, καθηγητής Αγγλικών στο Πανεπιστήμιο του Δελχί, ακαδημαϊκός, συγγραφέας και αγωνιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στα μάτια της ινδικής κυβέρνησης, ήταν μια επικίνδυνη απειλή για το Κράτος, κατηγορούμενος για τη “διεξαγωγή πολέμου ενάντια στο έθνος”. Το Μάρτιο του 2017, το δικαστήριο τον καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη για υποτιθέμενες επαφές με την παράνομη οργάνωση, ΚΚΙ (μαοϊκό).»
Ο Σαϊμπάμπα δεν είναι ο μόνος στον οποίο εξαντλείται η αυστηρότητα του ινδικού κράτους, για διάφορες υποθέσεις που αφορούν τη λαϊκή αντίσταση αλλά και την υπόθεση του ΚΚΙ (μαοϊκού). Η υπόθεσή του ωστόσο, έχει αγγίξει έντονα την κοινή γνώμη, αφού πρόκειται, όπως αναφέρθηκε για άνθρωπο με σοβαρές αναπηρίες, που κόλλησε δύο κιόλας φορές COVID στη φυλακή. Και έτσι, και παρά την έκκληση συγγραφέων και άλλων διανοούμενων από όλο τον κόσμο, όπως και παρά τις καταγγελίες οργανώσεων και την ανάδειξη του θέματος παγκόσμια, όπως έκανε και το ΚΚΕ (μ-λ), το ινδικό κράτος παραμένει ανένδοτο.
Η ποίηση του Σαϊμπάμπα είναι βγαλμένη από τη ζωή της καταπίεσης. Λέξεις πολύ απλές, νοήματα άμεσα αντιληπτά, επιλέγει ως διανοούμενος να μη βρίσκεται σε βάθρο, μακριά από τον τρόπο σκέψης των λαϊκών ανθρώπων. Καταγγέλει την αδικία σε κάθε έκφανσή της: στην καταπίεση των αγώνων, στην αδικία του δικαστικού συστήματος, στη φυλακή που κρατάει δέσμιο όχι μόνο τον ίδιο, αλλά και το φύλακα που φρουρεί έναν ανάπηρο:
«Ακούει,
συνομιλεί,
γαμωσταυρίζει,
την καταραμένη εξουσία περιφρονεί
και τα δυο του φρύδια σμίγει
όσο τ' αφεντικά αράζουν στα γραφεία.
Ποδοβολεί
στα σκοτεινά σκαλιά της διαβολεμένης πολιτείας ολονυχτίς,
με τ' αετίσιο του βλέμμα επιτηρεί.
Κατάγεται από
τα πιο απύθμενα βάθη
της κοινωνικής ένδειας.
Δεν έχει χρόνο για των δικών του το μαράζι έξω απ' την πύλη.»
Γράφει στη γυναίκα του, να εκφράσει την αγάπη του, ξεφεύγοντας ταυτόχρονα από τη λογοκρισία, που του απαγορεύει να γράψει στη γλώσσα Τελούγκου, επειδή οι φρουροί δεν την κατανοούν, και δε θα μπορούν να του ασκήσουν λογοκρισία. Επιλέγει, όπως τόσοι αγωνιστές ποιητές σε όλο τον κόσμο, να μην υμνεί την αγάπη στεγνά, με μια απελπισία του απογοητευμένου, αλλά βάζοντας την καθημερινή καταπίεση, ως ένα λόγο που δε μπορεί να χαρεί τα συναισθήματά του:
«Αυτά τα γόνιμα σύννεφα θ' ανθίσουν τους σπόρους της αγάπης
Όλη τους η εξουσία
μπορεί να κόψει όλα τα δέντρα της ζωής
μα δε μπορεί ποτέ ν'αποτρέψει
να ευδοκιμούν τα δάση της αγάπης μας»
Η ποιητική συλλογή του Σαϊμπάμπα συσσωρεύει μια ποίηση που είναι φωνή όλων των καταπιεσμένων καστών και λαών της Ινδίας. Είναι μια γνήσια φωνή αντίστασης στην καταπιεστική πραγματικότητα της χώρας, που δεν αφήνει καμιά πτυχή της ζωής (αντίσταση, αγάπη, φιλία, ζωή στη φυλακή, κοινωνικοί αγώνες) εκτός ύλης. Συνεχίζει να ονειρεύεται έναν κόσμο χωρίς κάστες και διακρίσεις. Όπως είχε πει και ο φυλακισμένος ράπερ Πάμπλο Χασέλ, η ζωή στη φυλακή είναι ένα ακόμα πεδίο που ο αγώνας για χειραφέτηση συνεχίζεται, δε μπαίνει σε παύση. Τα γραπτά των επαναστατών ποιητών έχουν τη δυνατότητα να υπερβαίνουν τη φυλακή και να φτάνουν σε όλο τον κόσμο, όπως του Σαϊμπάμπα, από την Ινδία ως και την Ελλάδα. Η φωνή του Σαϊμπάμπα, όσο κι αν θέλουν, δεν πρόκειται να σβήσει. Αυτή η ποιητική συλλογή είναι η απόδειξη.
«Είναι η ποίηση, ηλίθιε.
Είναι απαράμιλλη ποίηση.
Δε θέλει όπλα
για να τσακίσει τις σιδερένιες της ιστορίας φτέρνες.»
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου