Για τον «Τυχαίο θάνατο ενός αναρχικού», του Ντάριο Φο / ΤΟΥ Φ.Κ.
“Πως μας ήρθε η ιδέα να ετοιμάσουμε μια παράσταση με θέμα τις κρατικές δολοφονίες; Και σε αυτήν την περίπτωση, μας ώθησε η ανάγκη. Στη διάρκεια της Άνοιξης του 1970 ένα μεγάλο μέρος του κοινού παραστάσεων μας -σύντροφοι και συντρόφισσες που ήταν εργάτες, φοιτητές, προοδευτικοί δημοκράτες- μας προέτρεπε να γράψουμε ένα θεατρικό έργο για τη σφαγή στην Αγροτική Τράπεζα του Μιλάνου και τη δολοφονία του Πινέλι, ένα έργο που θα πραγματευόταν τα αίτια και τις πολιτικές επιπτώσεις αυτών των γεγονότων. Ο λόγος πίσω από το αίτημα αυτό ήταν η τρομοκρατική έλλειψη πληροφόρησης γύρω από το ζήτημα. Αφού πέρασε το αρχικό σοκ, τα ΜΜΕ σιωπούσαν: οι δημοσιογράφοι της επίσημης Αριστεράς, με πρώτη την εφημερίδα Ουνιτά (L’Unita), παρέμεναν εξαιρετικά προσεκτικοί και δεν προχωρούσαν πέρα από σποραδικά σχόλια του τύπου: «Το γεγονός είναι ανησυχητικό», «Πόσο μυστηριώδης είναι ο θάνατος του Πινέλι, κατ’ αυτόν τον τρόπο θα παραμείνει τυλιγμένη στο μυστήριο η σφαγή στις τράπεζες». Όλοι περίμεναν «να χυθεί άπλετο φως». Περίμεναν, αρκεί να μην γινόταν φασαρία…”
Έτσι ξεκινάει ο πρόλογος του Ντάριο Φο -και της γυναίκας του Φράνκα Ράμε-, στο βιβλίο του “O τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού”. Πρόκειται για ένα θεατρικό έργο βασισμένο σε αληθινή ιστορία, σχετικά με τον θάνατο, ή μάλλον κρατική δολοφονία, του αναρχικού εργάτη σιδηροδρόμων Τζουζέπε Πινέλι. Λόγω της τρομοκρατικής επίθεσης στην Πιάτσα Φοντάνα στις 12 Δεκεμβρίου του 1969, ο Πινέλι -γνωστός στην αστυνομία καθώς είχε ανακριθεί και σε προηγούμενες βομβιστικές επιθέσεις της ίδιας χρονιάς, όπου εν τέλει κρίθηκε αθώος- συλλήφθηκε και κρατήθηκε παραπάνω από τις επιτρεπόμενες 48 ώρες στο τμήμα για ανάκριση. Τα ξημερώματα της 16ης Δεκεμβρίου μάρτυρες τον είδαν να πέφτει από παράθυρο του τέταρτου ορόφου και να χτυπά στο έδαφος. Οι πρώτες «επίσημες εκδοχές» μιλούν για «αυτοκτονία». Η επίσημη εκδοχή -ακόμη και σήμερα- μιλάει για «ατύχημα». Ο αστυνομικός επιθεωρητής Λουίτζι Καλαμπρέζι που ανέκρινε τον Πινέλι θεωρήθηκε υπεύθυνος, αλλά απαλλάχθηκε λόγω μη επαρκών στοιχείων. Οι σύντροφοι του Πινέλι κατήγγειλαν ότι δολοφονήθηκε εν ψυχρώ από αστυνομικά όργανα. Ο αστυνομικός διευθυντής Marcello Guida στη συνέντευξη τύπου που δόθηκε λίγο μετά το θάνατο του Πινέλι, υποστήριξε ότι ο θάνατος του 41 ετών αναρχικού ήταν αυτοκτονία. Συγκεκριμένα δήλωσε ότι ο Πινέλι όρμησε ξαφνικά στο παράθυρο, που ήταν ανοιχτό επειδή είχε ζέστη, και έπεσε στο κενό συμπληρώνοντας ότι πιθανόν προέβη σε αυτήν την ενέργεια επειδή το άλλοθί του, για την 12η Δεκεμβρίου ήταν ψεύτικο, εκδοχή που ανατράπηκε στη συνέχεια καθώς αποδείχτηκε ότι το άλλοθι του Πινέλι ήταν αληθινό. Οι τέσσερις αστυνομικοί και ένας αξιωματικός των καραμπινιέρων, που κατά το θάνατο του Πινέλι βρίσκονταν στο γραφείο, κρίθηκαν αθώοι.
Παρ’ όλη τη σοβαρότητα των γεγονότων στην Ιταλία του 70’, με ένα σύστημα που συγκαλύπτει, ενοχοποιεί, δολοφονεί και τελικά αυτό-αθωώνεται, ο Φο δημιουργεί μια ξεκαρδιστική κωμωδία, μια ανελέητη σάτιρα της εξουσίας, η οποία θεωρείται επιτυχημένη μέχρι και σήμερα διότι -όπως και ο ίδιος υποστήριζε- το σύστημα συνεχίζει ανενόχλητο με την αιματοχυσία, την κρατική αυθαιρεσία, την κατάχρηση της εξουσίας, τα μεγάλα σκάνδαλα κτλ.
Γι’ αυτό και το έργο που είχε ανέβει στις σκηνές της χώρας το τελευταίο διάστημα, σε σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα και με πρωταγωνιστή τον Πάνο Βλάχο, γνώρισε τόση μεγάλη επιτυχία. Ήταν μια ανάσα μέσα στο κλίμα που επικρατεί στους καιρούς μας, ειδικά με την πρόσφατη επιχείρηση της ενσωμάτωσης στον «τρομονόμο» της ευρωπαϊκής οδηγίας με σκοπό τη λογοκρισία και τις ποινές για καλλιτεχνικά έργα, με το πρόσχημα υποκίνησης βίας ή μίσος. Κατάφερε να πάει κόντρα στην κυρίαρχη λογική του “επίσημου” πολιτιστικού προτύπου του υπουργείου. Όπως και στην παράσταση του 70’, όπου κάθε φορά διέφερε η πλοκή -και όχι μόνο- σε σχέση και με βάση την εξέλιξη και την τροπή που έπαιρνε το θέμα (στην κοινή γνώμη, στα δικαστήρια κλπ.), έτσι και στη διασκευή του Κακλέα έγινε η προσπάθεια για την ένταξη των όσων περιστατικών συνέβησαν -κατά το διάστημα που παιζόταν το έρχο- π.χ. με την αστυνομία που μπήκε στο Α.Π.Θ. και την καταστολή που βίωσαν η φοιτητές.
Η παράσταση θέτει και θίγει μια πληθώρα ζητημάτων, τα οποία καθώς είναι επίκαιρα, θέλει να δώσει στο κοινό πέρα από το γέλιο και την κωμωδία, να καταλάβει τη σοβαρότητα των πραγμάτων. Άλλωστε ο σκοπός του πρωταγωνιστή (ο Τρελός/Γελωτοποιός) στο έργο είναι να φέρει στο φως την αλήθεια, να αναδείξει την σαπίλα του συστήματος και των μηχανισμών του. Καθώς χλευάζει την επιστροφή στην κανονικότητα, ταυτόχρονα προβάλλεται και ο φασισμός που προάγει το κράτος, ειδικά στους κύκλους της αστυνομίας η οποία έχει ως όπλο τον φόβο και τη βία για να “ησυχάζει” όσους αντιστέκονται και αγωνίζονται. Δεν χρειάζεται αναφορά στην αυθαιρεσία της εξουσίας και στις ακραίες μορφές καταστολής που ζήσαμε τα τελευταία χρόνια -ειδικά με τον κορωνοϊό-, είναι σε όλους γνωστά και τα περιστατικά συνεχίζουν καθημερινά, ειδικά στα Πανεπιστήμια. Επίσης σατίρισε το πώς λειτουργεί το σύστημα δικαιοσύνης, το πώς λειτουργούν στην Ελλάδα τα θέατρα βάση του υπουργείου και ειδικά την όλη ιστορία με το Εθνικό Θέατρο, διάφορες προσωπικότητες μπλεγμένες σε σκάνδαλα κλπ.
Ο Γιάννης Κακλέας δηλώνει αριστερός, και έχει πει πως: «Για χρόνια το πολιτικό θέατρο θεωρούνταν στρατευμένη τέχνη. Ωστόσο πάντα πίστευα πως η αληθινή τέχνη είναι στρατευμένη. Εμείς κάνουμε μια πολιτική σάτιρα.» Η παράσταση λοιπόν επικεντρώνεται στο ότι πρέπει πάση θυσία να βγαίνουν στο φως όλα αυτά που συγκαλύπτονται από τους “από πάνω”, επισημαίνοντας συνεχώς πως για να ξεσκεπαστεί η αλήθεια πρέπει να ενημερωνόμαστε. Πρέπει όμως σίγουρα για να ανατραπούν όλα τα παραπάνω επίσης να αγωνιζόμαστε.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου