Οι πολλές περιπέτειες του σμυρναίικου τραγουδιού
Με αφορμή τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή, πολλοί θυμήθηκαν και το σμυρναίικο τραγούδι. Δικαίως, βέβαια, μιας και είναι από τα κατεξοχήν πολιτιστικά κληροδοτήματα εκείνης της εποχής που επηρρέασε και διαμόρφωσε τη μουσική του ελλαδικού χώρου, τόσο πριν, όσο και κυρίως μετά το 1922.
Τι είναι όμως το σμυρναίικο τραγούδι; Η απάντηση σε αυτό δεν είναι τόσο απλή. Για αρχή ο όρος «σμυρναίικα» όπως και ο όρος «ρεμπέτικα» δόθηκαν πολύ αργότερα και με απλά λόγια αναφέρονται στο αστικό λαϊκό τραγούδι των τελευταίων ετών του 19ου αιώνα και μέχρι περίπου τη δεκαετία του '30 (για τα σμυρναίικα) και του '50-'60 (για τα ρεμπέτικα). Άρα ο όρος σμυρναίικο αποδόθηκε στη μουσική της Σμύρνης και ειδικότερα των κατοίκων της, ακόμα και όταν αυτοί έφυγαν στην προσφυγιά, είτε στην Ελλάδα το '22 είτε στις ΗΠΑ νωρίτερα, όπου έχουμε και πολλές ηχογραφήσεις σμυρναίικων.
Όμως αυτός ο όρος δεν αντιστοιχεί σε ένα μουσικό είδος. Μάλιστα στον όρο αυτό συμπεριλαμβάνονται όλα τα είδη μουσικής που έγραφαν οι Σμυρνιοί, κι όχι μόνο το ρεμπέτικο, που ήταν μάλλον μουσικό είδος που προσέγγισαν στην προσφυγιά. Η Σμύρνη ήταν μια ιδιαίτερα αναπτυγμένη πόλη, έντονα κοσμοπολιτική, που οι μουσικοί της ήταν μορφωμένοι στην τέχνη τους, ενώ η ηχογράφηση τραγουδιών ήταν ήδη προχωρημένη. Μέσα σε όλα αυτά βλέπουμε ορχήστρες, τις εστουδιαντίνες, εμφανώς επηρρεασμένες από τις ορχήστρες της Ευρώπης, αλλά με ευδιάκριτο το στοιχείο της λαϊκής μουσικής του χώρου του Αιγαίου. Ταυτόχρονα όμως έντονες ήταν και οι επιρροές της οθωμανικής κλασικής μουσικής, τις οποίες συναντούσαμε στα Καφέ Αμάν, καφέ, δηλαδή, όπου τραγουδούσαν αμανέδες (αυτοσχεδιασμούς στη φωνή, τραγουδώντας στίχους), αλλά και η επιρροή της τσιγγάνικης μουσικής, εμφανής στον τρόπο που έπαιζαν βιολί. Άλλο ενδεικτικό του σμυρναίικου τραγουδιού πριν το '22 ήταν ότι ηχογραφούσαν στο δικό τους στυλ τραγούδια από όλες τις περιοχές που δραστηριοποιούνταν Έλληνες. Τα τραγούδια αυτά τα άκουγαν σε ταβέρνες στην Κωνσταντινούπολη όπου μαζεύονταν κόσμος από αυτές τις περιοχές και τα έφερναν πίσω στη Σμύρνη για να τα ηχογραφήσουν.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, οι κάτοικοι της Σμύρνης πήραν το δρόμο της προσφυγιάς, όπως και όλοι οι Μικρασιάτες. Η ζωή κάθε πρόσφυγα και μετανάστη είναι δύσκολη. Όσο κι αν θέλει σήμερα η εθνικιστική προπαγάνδα να οικειοποιηθεί τους τότε πρόσφυγες, η ιστορία αποδεικνύει το αντίθετο. Με τον ερχομό τους λοιπόν οι πρόσφυγες, αντιμετώπισαν το περιθώριο, ενώ οι κόντρες τους με ντόπιους ήταν έντονες και αποτυπώνονται και στα τραγούδια αυτής της περιόδου. Πολλοί μουσικοί που ήρθαν στην Ελλάδα συνέχισαν την καριέρα τους. Πλέον το τραγούδι ακολουθεί πιο συγκεκριμένα μονοπάτια και μέσα σε λίγα χρόνια το σμυρναίικο είναι κομμάτι του ρεμπέτικου με τα δικά του χαρακτηριστικά, που αξιοποιεί τα όργανα – όπως βιολί, σαντούρι – ούτι και άλλα, με τα οποία έγραφαν και παλιότερα. Αξιοποιούνται μελωδίες από τα παραδοσιακά τραγούδια της Μικράς Ασίας, ανασκευασμένες σε ρεμπέτικο ύφος. Η θεματολογία περιστρέφεται πια γύρω από τη φτώχεια, το έγκλημα και τις χαμένες πατρίδες. Η κυριαρχία του πειραιώτικου ρεμπέτικου, με «όπλο» το μπουζούκι, είναι εμφανής κι έτσι το σμυρναίικο δε θα συνεχίσει μετά τη δεκαετία του '30. Σημαντικότατος παράγοντας ήταν και η δίωξη από τη δικτατορία του Μεταξά, όπου κυνηγήθηκαν τα μακάμ, οι κλίμακες δηλαδή της ανατολικής μουσικής, επειδή τους έκαναν «τούρκικες». Η ειρωνεία είναι πως την ίδια στιγμή, στην Τουρκία απαγορεύονταν οι αμανέδες, τακτική που και στις δυο μεριές είχε και τη λογική του εξευρωπαϊσμου, αλλά και τη λογική του εθνικιστικού μίσους στους γείτονες. Καλλιτέχνες όπως ο Παπάζογλου σταμάτησαν τη συμμετοχή τους στη δισκογραφία, σε άρνηση να αυτοπεριοριστούν. Άλλοι πάλι, όπως ο Τούντας, από την πρώτη στιγμή εντάχθηκαν στα σαλόνια της μουσικής παραγωγής και στις δισκογραφικές, κλέβοντας μάλιστα και τραγούδια που ήταν παραδοσιακές μελωδίες Ελλήνων και Τούρκων, καταγράφοντάς τες ως δικές τους και άρα ως ελληνικές.
Το σμυρναίικο τραγούδι πέρασε και την ακμή του και την παρακμή του μέσα σε λιγότερο από μισό αιώνα, έχοντας πέσει μέσα σε μια περίοδο πολύ έντονων πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων, στην περιοχή αλλά και παγκόσμια. Αποτέλεσε το μήλον της έριδος στο επίπεδο της συγκρότησης εθνικής συνείδησης, άλλες φορές έχοντας υποστεί απαγορεύσεις λόγω του «τουρκικού» του στυλ και της ανάγκης να ακολουθηθούν οι ευρωπαϊκοί δρόμοι, άλλες φορές, δεκαετίες αργότερα, αναγνωρισμένο ως η αυθεντική φωνή των χαμένων πατρίδων, πάλι σε μια επιδίωξη ανάπτυξης λανθανόντων μεγαλοϊδεατισμών. Όμως ο όρος που του ταιριάζει καλύτερα είναι αυτός του λαϊκού τραγουδιού, αφού πρόκειται για μια ποικιλία μουσικών ειδών που αναπτύχθηκαν πάνω στην ανάπτυξη της Σμύρνης σαν αστικό κέντρο, πέρασαν μέσα από την καταστροφή, τον πόνο, την προσφυγιά και τη φτώχεια, εκφράζοντας εν τέλει όλα αυτά τα αισθήματα και βιώματα ενός λαού που βρέθηκε στη μέση των μωροφιλοδοξιών ελληνικής και αστικής τάξης, αλλά και ιμπεριαλιστικών συμφερόντων.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου