Το μειονοτικό θέατρο στις ΗΠΑ και η ριζοσπαστικοποίησή του – Β' μέρος


Ο προσδιορισμός της ταυτότητας βέβαια δεν απασχολούσε μόνο τους αφροαμερικανούς. Οι ασιάτες κάτοικοι της Αμερικής είχαν παρόμοιους προβληματισμούς. Ίσως με μεγαλύτερες αυταπάτες, νιώθοντας και ασιάτες και αμερικανοί, παρ'όλ'αυτά αξίζει να σημειωθεί πως αυτή η ομάδα προσφύγων στις ΗΠΑ δεν είχε την ενιαιότητα των μαύρων. Κινέζοι, Γιαπωνέζοι, Βιετναμέζοι, Φιλιππινέζοι και άλλοι δημιουργούσαν έναν καμβά λαών με καταγωγή τη Νοτιοανατολική Ασία και φόντο τη νέα γη τους, την Αμερική.

Όπως είναι αναμενόμενο, η δυσκολία εύρεσης εργασίας, ο ρατσισμός, η φτώχεια και άλλα πολλά οδηγούσαν και αυτούς στο περιθώριο κοινωνικά και καλλιτεχνικά. Μάλιστα στο θέατρο των λευκών έπαιζαν τα κλασικά στερεότυπα της πόρνης, του αιμοδιψή Βιετναμέζου, του πάνσοφου γέρου και άλλα πολλά. Η προσπάθεια όμως αναζήτησης φωνής και ταυτότητας τους οδηγούσε στην αναζήτηση και διεξόδου από την ασφυκτική τους κατάσταση. Όπως και οι αφροαμερικανοί δημιούργησαν δικούς τους θιάσους για να πουν τις δικές τους ιστορίες, να διατηρήσουν τις δικές τους παραδόσεις και να τσακίσουν τα στερεότυπα. Το πιο ενδιαφέρον σε όλα αυτά ήταν το γεγονός ότι κυριαρχούσε ο ερασιτέχνης ηθοποιός, σε μια Αμερική που ήδη είχε τους σταρ που άλλαζαν πεδίο από το θέατρο στον κινηματογράφο και αντίστροφα.

Ο πόλεμος του Βιετνάμ προφανώς και δε θα άφηνε ούτε τους αμερικανοασιάτες ανεπηρρέαστους. Πέραν του ότι ο πόλεμος γινόταν σε δικές τους “πατρίδες” ή συγγενικές πατρίδες, η αποστολή και των ιδίων για να σφάξουν τα αδέρφια τους συνάντησε αντιστάσεις. Από την άλλη και το γεγονός ότι για ορισμένες δεκαετίες παρατηρούσαν μια χώρα -την Κίνα- να οικοδομεί έναν άλλο δρόμο, το σοσιαλιστικό, συνέβαλλε στην ισχυροποίηση της ασιατικής πλευράς της ταυτότητάς τους.

Δυστυχώς όμως η κυρίαρχη προπαγάνδα που θέλει όλες τις περιόδους της Κίνας, της ΕΣΣΔ και άλλων παρόμοιων εγχειρημάτων να είναι ίδιες, ταυτίζει δηλαδή τη ρεβιζονιστική με τη σοσιαλιστική περίοδο, άφησε το στίγμα στις δραματικές δημιουργίες των ασιατών-αμερικανών. Παράδειγμα τα "Γράμματα σε έναν επαναστάτη φοιτητή" της Elizabeth Wong περιέχουν μέσα αντιφάσεις. Από τη μία στο φόντο βρίσκονται οι κινητοποιήσεις και η σφαγή της Πλατείας Τιενανμέν στην Κίνα (στηρίζοντας από τη μία τις κινητοποιήσεις, κατακεραυνώνοντας την κυβέρνηση) από την άλλη η κριτική που ασκείται απευθύνεται στον “αυταρχικό, απολυταρχικό κομμουνισμό” χωρίς να αποτιμώνται τα τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά που υπήρχαν το 1989 σε σχέση με τη μαοϊκή Κίνα. Έστω όμως το κλείσιμο του έργου με προοπτική τη συνέχιση των αγώνων (και σημαντικός ο συμβολισμός της υψωμένης γροθιάς) δείχνει πως δεδομένης της σύγχυσης για τη θεωρητική αποτίμηση των επαναστάσεων και αντεπαναστάσεων η αγωνιστική διάθεση των προσφύγων στην Αμερική συνδυάζεται και με μια κριτική του αμερικανικού μικροαστικού τρόπου ζωής.

Δεδομένου του τελευταίου, οφείλεται μια αναφορά στα χαρακτηριστικά του αμερικανοασιατικού θεάτρου. Εκτός από τους ερασιτέχνες ηθοποιούς που προτιμούνταν, οι ασιάτες είχαν κατανοήσει πως ο καπιταλισμός οδηγεί στον ατομικισμό, κι άρα στον σταρ ηθοποιό. Η αντίθεσή τους στον καπιταλισμό και σε αυτό τον ατομικισμό σχετίζεται τόσο με τη συλλογικοποίηση και ριζοσπαστικοποίηση κατά τις δεκαετίες του '60 και '70 όσο και με τον αντίκτυπο της κινεζικής επανάστασης αλλά και τους αγώνες των αδελφών Βιετναμέζων κ.ά. Και παρά τις διενέξεις με τις αφροαμερικανικές μειονότητες, το ασιατικό-αμερικανικό θέατρο επηρρεάστηκε από το Μαύρο Επαναστατικό Θέατρο. Υπήρχαν φωνές που διεκδικούσαν την ασιατική ταυτότητα, αντετίθεντο στο λευκό καταπιεστή και έβαλλαν με τις τέχνες τους το ρατσισμό, τους περιορισμούς στο δικαίωμα στην εργασία, στην κατοχή γης και στην άρνηση για απόκτηση υπηκοότητας. Κι όλα αυτά δείχνουν μια ριζοσπαστικοποίηση του θεάτρου, παρά το γεγονός ότι τις δεκαετίες εκείνες το λαϊκό κίνημα (κι άρα κι οι αμερικανοασιάτες) μαστιζόταν από την αναγνώριση της σάπιας φύσης του καπιταλισμού-ιμπεριαλισμού χωρίς να να μπορεί να αναγνωρίσει τον άλλο δρόμο, το δρόμο της σοσιαλιστικής χειραφέτησης, υπό το βάρος της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας.

Από μια γενική αποτίμηση του αγωνιστικού μειονοτικού θεάτρου δε θα μπορούσε να λείπει η περίπτωση των Ινδιάνων, έστω και ως σύντομη αναφορά. Σε αυτή την περίπτωση βέβαια δε μιλάμε για φυλή (ή μάλλον φυλές) που αναζητούσαν την ταυτότητά τους, αλλά περισσότερο για μια περίπτωση λαών που είχαν σαφέστατα λιγότερες αυταπάτες και αυτό που κυνηγούσαν ήταν η αναγνώριση της σημαντικότατης θέσης τους ως ιθαγενείς μιας γης που υπέστη γενοκτονίες και κατακτήσεις, όντας το πεδίο συγκρούσεων των “μεγάλων”.

Παρά τις προσπάθειες εξευρωπαϊσμού, εξαμερικανισμού, εξευγενισμού και άλλων -ισμών που καθόλου δε χρειάζονταν οι Ινδιάνοι, αυτοί κατόρθωσαν να διατηρήσουν την ταυτότητά τους. Βέβαια το τίμημα ήταν πικρό και μεγάλο, καθώς όσοι δεν εξοντώθηκαν, οδηγήθηκαν πολύ συχνά στον αλκοολισμό και την πλήρη απραξία. “Να διασώσουμε τις δικές μας ιστορίες” ήταν η άποψη των Ινδιάνων θεατρογράφων, που ενέτασσαν στα έργα τους στοιχεία από τις δικές τους παραδόσεις, όπως τις λατρευτικές δοξασίες και το χορό.

Και φυσικά αναγνωρίζοντας την καταπίεση και τους διωγμούς τους, είδαν στον πόλεμο του Βιετνάμ το έργο να ξαναπαίζεται με τρόπο παρόμοιο με αυτόν που το έζησαν και οι ίδιοι. Η απάντηση ήταν σαφής, αφού στις διαδηλώσεις εκτός από το αντιπολεμικό στοιχείο, απαίτησαν και τη δυνατότητά τους στην αυτοδιάθεση, πετυχαίνοντας παραπάνω αυτονομία. Η λεγόμενη Κόκκινη Δύναμη ήταν κινητήριος άποψη όπως και η Μαύρη Δύναμη στον αγώνα για δουλειά, δικαιώματα και αυτοδιάθεση. Το Βιετνάμ ήταν στα δικά τους έργα το θέμα παραλληλισμού με τη δική τους μοίρα.

Σαφώς και μια εκτενέστερη αναφορά και σε αυτές τις μειονότητες αλλά και σε άλλες (όπως οι Λατίνοι κάθε προέλευσης) θα είχε τη σημασία της. Όμως και μόνο από τα τόσα λίγα, είναι κατανοητό πως μέσα στις ΗΠΑ του λευκού ιμπεριαλισμού ασφυκτιούν φωνές μαύρων, ασιατικών, κόκκινων προλετάριων. Εκτός από την ταξική καταπίεση που είναι κοινή και σε αυτούς και στους λευκούς, αυτό που βγαίνει είναι μια διάθεση, παρά την κοινή τους μοίρα ως αμερικανοί, να είναι και λαοί αυθύπαρκτοι. Ακόμη κι αν αυτό δεν εκφράζεται πλέον, δεδομένης της ήττας του κομμουνιστικού και λαϊκού κινήματος. Άρα για τι μιλάμε εντός των ΗΠΑ; Για λαό ή για λαούς; Σίγουρα η συνοχή είναι πιο πολιτική παρά πολιτιστική. Και παρ'όλο που η τέχνη μπορεί να είναι εφαλτήριο αλλά όχι ανατρεπτική δύναμη αυτή καθαυτή, είναι βέβαιο πως εξέφραζε και θα εκφράσει ξανά τις τάσεις για χειραφέτηση του κάθε λαού και όλων συνολικά από τα καταπιεστικά δεσμά για τα έθνη, κι άρα τα δεσμά του καπιταλισμού-ιμπεριαλισμού.

 *Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε και στην εφημερίδα Προλεταριακή Σημαία του Σαββάτου, 1/6/2019

Α' μέρος

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι 9 τέχνες για την Πρωτομαγιά

Η παλαιστινιακή πένα του Μοχάμαντ Σάμπανα

Για την περίπτωση ΛΕΞ