Τα Σταφύλια της Οργής και το ζήτημα της ανεργίας
Όταν ο Τζον Στάινμπεκ εξέδωσε το 1939 τα Σταφύλια της Οργής, οι μνήμες του Μεγάλου Κραχ δεν ήταν απλώς νωπές· δεν ήταν καν μνήμες, αλλά καθημερινότητα. Η καπιταλιστική οικονομία αγκομαχούσε ακόμα να ορθοποδήσει, αλλά τα φυσικά θύματα ήταν οι εργάτες, η φτωχή αγροτιά και τα άλλα στρώματα των εργαζομένων. Η ανεργία μάστιζε το λαό και έκανε τους φτωχούς, φτωχότερους. Πάνω σε αυτό τον καμβά η 20th Century Fox Picture αγόρασε τα δικαιώματα του πολυσέλιδου βιβλίου του Στάινμπεκ και μέσα από τη σκηνοθεσία του Τζον Φορντ γράφτηκε ένα από τα σπουδαιότερα έργα του αμερικανικού κινηματογράφου.
Μέσα στο φόντο αυτό της ανεργίας, αλλά πιο συγκεκριμένα μέσα σε μια περίοδο που ακόμα δημιουργούνταν ο εποικισμός των ΗΠΑ από τα ανατολικά προς τα δυτικά, η οικογένεια των Τζόουντ ακολουθεί αυτό το ταξίδι, διωγμένοι από τη γη τους που έχει αγοραστεί από μια εταιρεία. Όπου πηγαίνουν όμως συναντούν δυσκολίες, την ανεργία και την αντιμετώπιση των εργατών σαν ζώα από κάθε λογής αφεντικά. Μέχρι που φτάνουν σε έναν οργανωμένο καταυλισμό όπου λειτουργεί υπό την εποπτεία της κυβέρνησης και για πρώτη φορά μετά από καιρό τους αντιμετωπίζουν ανθρώπινα. Κι εκεί όμως τα συμφέροντα του ντόπιου κεφαλαίου προσπαθούν να δημιουργήσουν προβοκάτσια ενάντια σε αυτό το στυλ ζωής, που όμως αποτυγχάνει. Η ταινία τελειώνει με την τελική συνειδητοποίηση του Τομ Τζόουντ (του πρωταγωνιστή και γιου της οικογένειας) πως όπου υπάρχει πεινασμένος που αγωνίζεται για το ψωμί του, όπου υπάρχει μπάτσος που δέρνει κάποιον, όπου υπάρχουν άνθρωποι που ουρλιάζουν από αγανάκτηση, όπου οι άνθρωποι τρώνε αυτό που παράγουν, αυτός θα βρίσκεται εκεί.
Πώς όμως μια ταινία κέρδισε τόσα βραβεία; Επειδή ακριβώς πάτησε σε μια υπαρκτή πραγματικότητα και με έναν τρόπο εξεγερτικό, που δε μπόρεσε παρά να συγκινήσει τα εκατομμύρια Αμερικανών που ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας. Τόσο ο Τζον Στάινμπεκ, όσο και ο Φορντ στην ταινία, κάνουν διακριτό το βασικό διαχωρισμό της κοινωνίας: τους καταπιεστές και τους καταπιεζόμενους, ανάμεσα αυτούς που είχαν τη γη και την καλλιεργούσαν για τους ίδιους και που παράγουν, και αυτούς που τους την παίρνουν και τους αφήνουν ακτήμονες, άνεργους, φτωχούς κι εξαθλιωμένους. Σίγουρα, το ότι η κυβέρνηση χτίζει κοινόβια φτωχών όπου θα ζουν ασφαλείς, και η παρουσίασή τους σαν αυτό που λείπει από τον κόσμο, είναι μια βασική αυταπάτη για το ρόλο του κράτους που “τρέχει” ως τις μέρες μας. Όμως δεν είναι αυτό το βασικό σημείο του έργου. Μέσα από το έργο γίνεται αντιληπτό πως όσο υπάρχει ο ταξικός αυτός διαχωρισμός, τόσο θα υπάρχει το “κακό” στον κόσμο. Κι αυτό γίνεται αντιληπτό παρά το γεγονός πως μιλάμε για ένα αριστερό βιβλίο σκηνοθετημένο από έναν δεξιό. Άλλωστε και μέσα στην ταινία περνάει αυτό που ο ίδιος ο συγγραφέας ήθελε να δείξει: ότι είναι δίκαιο να οργίζεσαι, αν νιώθεις την αδικία γύρω σου· είναι έκφραση της αξιοπρέπειας ο θυμός απέναντι στην καταπίεση. Κάτι που μας θυμίζει το γνωστό ρητό πως όλα συνιστούν ότι είναι δίκαιο να εξεγείρεσαι.
Γιατί όμως μια τέτοια παραδοχή σε μια παραγωγή μεγάλης κινηματογραφικής εταιρείας; Σίγουρα ο ένας λόγος είναι πως τα Σταφύλια της Οργής σαν βιβλίο είχαν τρελές πωλήσεις. Όμως και πάλι η απορία παραμένει: γιατί τότε η 20th Century Fox Picture να το σκηνοθετήσει κιόλας; Όλα αυτά που ζει ο λαός είναι δύσκολο σε διάφορες φάσεις να τα αρνηθεί και το ίδιο το σύστημα, όταν είναι τόσο εξόφθαλμα. Όχι ότι δε θα παλέψει με νύχια και δόντια να το κάνει, αλλά σίγουρα θα επιδιώξει να βγάλει λεφτά αν εκτιμάει ότι μπορεί να το κάνει (κάτι που σίγουρα συνέβη εδώ), ενώ στο πολιτικό σκέλος, θα επιδιώξει να στρέψει τα νερά του ποταμού σε ακίνδυνες διαδρομές. Βέβαια οι Αμερικανοί (σαν λαός) γνώριζαν πολύ καλά και το βιβλίο και την ταινία. Μακροπρόθεσμα το Χόλυγουντ βασίστηκε σε άλλες παραγωγές για την πνευματική καταστολή του λαού, αφού η δεκαετία του '30 και αυτή του '40 ήταν περίοδος που η αντικομμουνιστική προπαγάνδα και η δαιμονοποίηση της Σοβιετικής Ένωσης δεν ήταν και στο φόρτε της αποτελεσματικότητάς τους (αν και μαινόταν με λύσσα). Ο λόγος ήταν ότι παρά την κρίση, την ανεργία και την οικονομική καταστροφή του καπιταλιστικού κόσμου, η ΕΣΣΔ ήδη έχτιζε έναν κόσμο που και οικονομικά είχε ξεπεράσει την καπιταλιστική δύση, και είχε εξαφανίσει την ανεργία. Στο σήμερα υπάρχει εκτενής φιλμογραφία γύρω από το ζήτημα της ανεργίας. Άλλωστε αυτή είναι τόσο σύμφυτη με το καπιταλιστικό σύστημα, αφού χάρη σε αυτήν ρίχνει τα μεροκάματα, τρομοκρατεί το λαό και επιβάλλει τους εργασιακούς όρους που θέλει, που οι προοδευτικοί σκηνοθέτες δεν μπορούν παρά να ασχοληθούν με το ζήτημα. Όμως ακόμα δεν έχει βρεθεί έργο τέτοιου βεληνεκούς. Είναι σίγουρα πολλοί παράγοντες, όπως η ποιότητα της σκηνοθεσίας, η δυναμική της υποκριτικής κ.ά. Είναι όμως και η δυνατότητα συγκρότησης των εργαζομένων, που παρά τα τελευταία σκιρτήματα, ο κόσμος δε βρίσκεται στην κινηματική φάση που βρισκόταν πριν 80-90 χρόνια. Όσο χτίζουμε τις νέες συνθήκες που θα βγάλουν την εργατική τάξη στο δρόμο και την τέχνη της στο προσκήνιο, ας αρκεστούμε στα ήδη υπάρχοντα έργα να εμπνεύσουν τη διαδρομή.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου