Τι μένει τελικά από το έργο του Μικρούτσικου;
Είναι αλήθεια πως η είδηση για την απώλεια του Θάνου Μικρούτσικου συγκλόνισε πολλούς. Κι αυτό γιατί υπήρξε ένας από τους πιο πολυαγαπημένους Έλληνες συνθέτες. Πολλοί είναι οι λόγοι γι' αυτό. Άλλωστε το έργο του και η παρουσία του στη μουσική σκηνή της χώρας εκτείνεται σε περισσότερες από 4 δεκαετίες. Αυτό δε δείχνει μόνο το μέγεθος του έργου του και τη δυνατότητα να συνεχίζει να συνθέτει, εκεί που άλλοι σταματούν μετά από λίγους μόλις δίσκους αλλά και το πόσο αγαπητό ήταν αυτό το έργο στο κοινό. Έτσι παρέμενε αγαπητός όχι μόνο στις γενιές που πρωτογνώρισαν το έργο του τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια, αλλά και σε ανθρώπους που πρόλαβαν κατά βάσει τις συναυλίες του. Κι είναι η αλήθεια πως για πολλούς από εμάς η γνωριμία με το Θάνο Μικρούτσικο έγινε τόσο μέσα από τους δίσκους των γονιών μας, όσο και μέσα από τις ποικίλλες συναυλίες. Θυμάμαι προσωπικά πως η πρώτη συναυλία που παρακολούθησα στην πόλη, ήταν δική του. Και σε μεγάλο βαθμό μέσω των συναυλιών ήταν που ερχόταν σε επαφή με τους νέους ακροατές, οι οποίοι δεν ήταν ένα κλειστό, περιορισμένο κοινό.
Η αρχή της δισκογραφικής του δουλειάς συνέπεσε με την πτώση της φασιστικής δικτατορίας του 1967-1974, παρ' όλο που είχε ξεκινήσει να συνθέτει από νωρίτερα, πάνω σε στίχους του Κώστα Καρυωτάκη. Η εποχή ήταν ταραχώδης, καθώς ο ελληνικός λαός έβγαινε από ένα μακρύ και δύσκολο συνεχές μιας πορείας από τα μετεμφυλιακά χρόνια, τις διώξεις, τις εξορίες, στη χούντα, τα βασανιστήρια κ.ο.κ. Επρόκειτο όμως για δεκαετίες έντονων αγώνων για ψωμί και ελευθερία, που όταν αυτά συνδυάζονται με την ανάγκη του λαού να εκφραστεί καλλιτεχνικά, τότε προκύπτουν σπουδαία έργα. Προϋπήρχε ο Θεοδωράκης με τις μελοποιήσεις του, ακολούθησαν χρονικά μια σειρά από πολλούς προοδευτικούς, αριστερούς συνθέτες, όπως ο Μάνος Λοΐζος, ο Πάνος Τζαβέλλας και φυσικά ο Θάνος Μικρούτσικος. Όχι μόνο ήταν συνθέτης έχοντας κάτι να πει πραγματικά με τις συνθέσεις και τις επιλογές μελοποιήσεων, ήταν και ώριμο φρούτο της κινηματικής περιόδου της μεταπολίτευσης.
Κι είναι εξίσου γεγονός πως είμαστε από τις λίγες χώρες στις οποίες αγαπήθηκε τόσο πολύ η ποίηση και δη η μελοποιημένη ποίηση. Το γεγονός πως μια τόσο μικρή χώρα αγάπησε και μετέφρασε ήδη από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα από τα μεγαλύτερα ονόματα της διεθνούς ριζοσπαστικής ποίησης, (Μαγιακόφσκι, Νερούδα, Μπρεχτ, Χικμέτ) είναι ένδειξη, αν όχι απόδειξη αυτού του γεγονότος. Αλλά και παρήγαγε σπουδαιότατους ποιητές που μίλησαν για τα βάσανα αυτού του λαού, όπως ο Ρίτσος, ο Βάρναλης, ο Καββαδίας, ο Αγγουλές κλπ. Δεν ήταν λοιπόν απλά “μόδα” η μελοποίηση, ήταν ανάγκη. Είναι, αν θέλετε, ένα από τα πιο αναγκαία βήματα που έγιναν στη χώρα για να φτάσει η ποίηση την ευρεία μάζα του ελληνικού λαού, χωρίς να θέλω να υποτιμήσω την ποίηση ως “σκέτο”, ως αυτόνομο έργο. Παρ' όλ' αυτά, πόσα και πόσα ποιήματα δε θα ήταν αυτά που είναι, αν δε βούιζε στο κεφάλι μας η μελωδία με την οποία μάθαμε να τα συνοδεύουμε.
Αυτή την ανάγκη υπηρέτησαν οι περισσότεροι συνθέτες του μεγέθους του Μικρούτσικου, αλλά και μικρότεροι. Αυτή την ανάγκη υπηρέτησε και ο ίδιος. Κι εδώ ένα σχόλιο για τις μελοποιήσεις. Ίσως κανείς να σκεφτεί πως αφού δεν ήταν ο ίδιος που έγραψε τους στίχους αυτούς, τότε δε γίνεται να του “χρεωθεί” το περιεχόμενό τους. Όμως θα πρέπει ο ίδιος να σκεφτεί πως αυτό που μελοποίησε ήταν καθαρά επιλογή του. Γιατί να μελοποιήσει για το φασισμό, για τη φτώχεια, για τη Μακρόνησο, αν το έργο του δε θέλει να αγωνιστεί για την εξαφάνισή τους από προσώπου γης; Γιατί να μελοποιήσει για τους αγώνες στη Χιλή, στην Αφρική, για το ανάστημα του αγωνιζόμενου ανθρώπου, αν δε θέλει να τα εξυμνήσει; Γιατί να ονομάσει δίσκους του “Τραγούδια της Λευτεριάς” και “Πολιτικά Τραγούδια” (για να αναφέρω 2 από τους γνωστότερους), εάν δεν επρόκειτο για συνειδητή επιλογή στο έργο του;
Έτσι το έργο του Θάνου Μικρούτσικου πιάνει κάθε θέμα που μπορεί να απασχολήσει ένα λαό σε αγωνιστικό αναβρασμό σαν και τον ελληνικό, εκείνη την περίοδο. Μελοποιεί το φασισμό, για τους αγώνες διεθνώς και εγχώρια, το διεθνισμό, μελοποιεί λαϊκούς αγώνες και αγωνιστές, κομμουνιστές ηγέτες, την εξορία και τα βασανιστήρια και άλλα πολλά.
Είναι αξιοσημείωτο το πλήθος των ποιητών και στιχουργών που βρήκαν μια θέση στο έργο του ήδη από την πρώτη στιγμή. Ενδεικτικά -καθώς αλλιώς θα χρειαζόμασταν πολύ χρόνο για λεπτομερείς αναφορές- υπάρχουν οι εξής:
- Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, ο κομμουνιστής ποιητής που έζησε και δημιούργησε και κατά τη διάρκεια των ναζιστικών χρόνων στη Γερμανία. Ο συγκεκριμένος μάλιστα κατέχει περίοπτη θέση στο έργο του Μικρούτσικου, ιδιαίτερα κατά τα πρώτα χρόνια, όμως σίγουρα δεν περιορίζεται εκεί. Έτσι δια στόματος Μπρεχτ, ο Μικρούτσικος μας μεταφέρει συχνά στη σκληρή πραγματικότητα του ναζισμού αλλά και της ακραίας φτώχειας.
- Ο Ναζίμ Χικμέτ, προσωπικός αγαπημένος, που και ως υπόσταση είναι η απόδειξη πως ο ελληνικός κι ο τουρκικός λαός δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν. Στις μελωδίες του Μικρούτσικου, τρυπώνουν στίχοι του Χικμέτ για την αγάπη του για κάθε πατρίδα αυτής της γης, στίχοι για το ανάστημα του ανθρώπου, στίχοι για την ομορφιά του κόσμου που θα φέρουμε, όταν πια τελειώσουμε με αυτό το εκμεταλλευτικό σύστημα. Στην περίπτωση μάλιστα του Χικμέτ, αξίζει μια αναφορά στο εξής περιστατικό. Ο Θάνος Μικρούτσικος είχε μελοποιήσει Χικμέτ ήδη από το 1975. Ο Μάνος Λοΐζος, σύγχρονός του συνθέτης, τον οποίο δυστυχώς χάσαμε νωρίς, κι ο οποίος ανήκει στο ίδιο βάθρο, έκανε λίγα χρόνια αργότερα την απόπειρα να μελοποιήσει τον ίδιο ποιητή. Όμως ο ίδιος παράτησε το έργο, απογοητευμένος από την αδυναμία του να γράψει κάτι -κατά τα λεγόμενά του- τόσο ωραίο όσο ο Μικρούτσικος, λέγοντάς του (περίπου) “παρατώ αυτή την απόπειρα, δε θα τα καταφέρω ποτέ όπως εσύ.” Κι όμως το έργο κυκλοφόρησε, έστω κι ανολοκλήρωτο.
- Ο Γιάννης Ρίτσος, ίσως ο σπουδαιότερος Έλληνας ποιητής, πολυγραφότατος και πολυμελοποιημένος, όχι μόνο από το Μικρούτσικο. Τον βρίσκουμε μεταξύ άλλων στην Καντάτα για τη Μακρόνησο, στις αναφορές του στα βάσανα των εξορισμένων και τη σκληρότητα των δεσμοφυλάκων, που δε δίστασαν να σκοτώσουν μέχρι και το σκύλο τον Ντικ, που συμπαθούσε τους κρατούμενους.
- Ο Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι, ο υμνητής του μέλλοντος, τον οποίο ο Μικρούτσικος προτίμησε ιδιαιτέρως, κι ενέταξε στον ίδιο δίσκο με το Ρίτσο, στο 2ο μισό, στη σπουδή στο Βλαδίμηρο Μαγιακόφσκι. Ο ποιητής αυτός μας μίλησε για το μέλλον των ανθρώπων, ένα μέλλον που αφουγκραστήκαμε τον προηγούμενο αιώνα με τις σοσιαλιστικές οικοδομήσεις, που όμως δεν το είδαμε να φτάνει στο τελικό του στάδιο, κι ακόμα κι ο ίδιος το πρόλαβε μέχρι τη μέση. Η επιλογή της μελοποίησης είναι μια νύξη στο έργο του συνθέτη για το κομμουνιστικό μέλλον που οραματιζόταν ο Μαγιακόφσκι.
- Ο Νίκος Καββαδίας, που εμφανίζεται κι επανεμφανίζεται στο έργο του Μικρούτσικου. Συγκεκριμένα η αρχή έγινε με το Σταυρό του Νότου, ίσως τον πιο πολυαγαπημένο και πολυδιαδεδομένο δίσκο του συνθέτη. Πρακτικά δεν είναι καθόλου τολμηρό να πούμε πως στην ουσία τον Καββαδία το μάθαμε από το Μικρούτσικο. Η γνωριμία αυτή ήταν με έναν ποιητή που στιχουργούσε χωρίς πολλές περιστροφές, και κατάφερνε να συχνωτίσει τη ναυτική του εμπειρία, τα μακρινά του ταξίδια, που ταξιδεύουν και τον ακροατή, με τον πολιτικοποιημένο στίχο και συγκεκριμένα το αντιφασιστικό του πνεύμα. Ήταν άλλωστε και μέλος του ΕΑΜ ναυτικών. Αν υπάρχει ένας δίσκος που ταξιδεύει, δημιουργεί νοσταλγία, μα δίνει και στίγμα από ταξική σκοπιά, τότε είναι ο αυτός δίσκος με τα ποιήματα του Καββαδία. Και όμως, αργότερα ο Μικρούτσικος επανήλθε με νέες μελοποιήσεις και επανεκτελέσεις του Καββαδία στις Γραμμές των Οριζόντων. Μα βέβαια κανείς δε θα ξεχάσει τα σχεδόν τελετουργικά εκείνα λεπτά στα οποία ο συνθέτης με μόνη ενορχήστρωση ένα πιάνο και τη φωνή του, μετά τον αυτοσχεδιασμό του, προχωρούσε στους 7 νάνους. Όλοι αυτή τη στιγμή περιμέναμε σε κάθε συναυλία.
- Ο Μάνος Ελευθερίου, που δυστυχώς και αυτός “έφυγε” πριν από λίγα χρόνια. Πολυμελοποιημένος εξίσου και σίγουρα όχι μόνο από το Μικρούτσικο, κατείχε παρ' όλ' αυτά στο έργο του περίοπτη θέση. Ήταν μάλιστα από τις πιο πολύχρονες συνεργασίες που είχε ο Μικρούτσικος. Πρόκειται για στιχουργό που έγραψε πολιτικοποιημένους στίχους, αλλά και ευρύτερα στίχους που εκφράζουν τις λαϊκές ανησυχίες.
- Ο Άλκης Αλκαίος, ατέλειωτοι στίχοι του οποίου μελοποιήθηκαν από το Θάνο Μικρούτσικο. Τα θέματά του επίσης ποικίλλουν, από στίχους για έρωτα, μέχρι πολιτικοποιημένα τραγούδια και τραγούδια για τη Χιλή. Μάλιστα τόσο σε εκτίμηση είχε ο Μικρούτσικος τους στίχους του Αλκαίου, που εκτός από τους πολλούς δίσκους στους οποίους συνεργάστηκαν, είχε δηλώσει πως ο Αλκαίος ήταν “ένας σπουδαίος ποιητής που παρίστανε το στιχουργό”. Και όχι μόνο, αλλά αυτά τα ποιήματα είναι τόσο άρρηκτα συνδεδεμένα στη συλλογική μνήμη με τις μελοποιήσεις τους, που δύσκολα κανείς θα τα διαβάσει σκέτα χωρίς να τα τραγουδάει στο μυαλό του.
Από άποψη μουσικών χαρακτηριστικών, ο Μικρούτσικος δεν αρκέστηκε σε ένα μόνο στυλ. Κατ' αρχάς οι ενορχηστρώσεις του δεν είναι με τίποτα μονότονες, ακόμα και στις περιπτώσεις που τα τραγούδια του έχουν απλούστατες δομές. Χαρακτηρίζονται από κάθε είδους όργανο, ενώ πολύ συχνά παίζουν όργανα κλασικής ορχήστρας, χωρίς να λείπουν και τα λαϊκά όργανα σαν την κιθάρα, το μπουζούκι και το πιάνο. Ακόμη και από άποψη είδους, έγραψε έντεχνο πολιτικοποιημένο τραγούδι, τραγούδι για θέατρο, κινηματογράφο, πειραματική μουσική, ατονική μουσική, τζαζ, ροκ και βεβαίως λαϊκά.
Ήταν λοιπόν το έργο του, ένα έργο βγαλμένο από τη ζωή και τις ανάγκες του ελληνικού λαού, και γι' αυτό το λόγο αγαπήθηκε και τόσο πολύ. Όμως δε χάιδευε αυτιά, γιατί δεν ήταν “λαϊκό” με μια διαστρεβλωμένη έννοια όπως αυτή κυριαρχεί σήμερα από τους καλλιτέχνες του συστήματος. Ήταν πρώτα λαϊκό, γιατί εξυπηρετούσε τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα του λαού μας, σύνδεε τους διεθνείς αγώνες με τους δικούς μας, το λειψό ψωμί μας με τον αντιφασισμό, τη μελαγχολία για τη ζωή όπως τη ζούμε στον καπιταλισμό-ιμπεριαλισμό, με τη δυναμικότητα και ενεργητικότητα που υπάρχουν στους αγώνες για να αλλάξουμε αυτή τη ζωή. Όπως προαναφέραμε, αυτό το δηλώνουν οι επιλεγμένες μελοποιήσεις του και οι ίδιοι του οι δίσκοι. Ως συνθέτης λοιπόν βγαλμένος από το δημοκρατικό, λαϊκό, αντιφασιστικό και αντιϊμπεριαλιστικό κίνημα που τον ανέδειξε, αναγκαστικά (όπως και κάθε καλλιτέχνης), επηρεάστηκε και από την άμπωτη και την παλίρροια των κινημάτων τα οποία «τραγούδησε». Χωρίς οι διακυμάνσεις της ταξικής πάλης να μειώνουν τη βαρύτητα της ατομικής ευθύνης ωστόσο δεν μπορούν να αγνοηθούν. Σε τελική ανάλυση, δεν ταυτίζονται αναγκαστικά η πολιτική με την καλλιτεχνική πλευρά, αφού η καλλιτεχνική, και όχι μόνο στην περίπτωση του Μικρούτσικου, υπερβαίνει και σε κάποιες φορές διαχωρίζεται από τις πολιτικές επιλογές του συνθέτη. Κρίνεται και ο καλλιτέχνης και ο πολιτικός. Άλλωστε, η “κατάρα” ή και “ευχή” των καλλιτεχνών είναι ότι το έργο τους παύει να είναι πια δικό τους, μόλις αγγίξει τη δημοσιότητα, όπου γίνεται πλέον κτήμα ολόκληρου του λαού, γιατί αυτός είναι που το χρειάζεται, γι' αυτόν είναι που γράφτηκε, αυτόν είναι που εκφράζει ή πρέπει να εκφράζει. Το έργο λοιπόν σε κάθε περίπτωση υπερβαίνει το δημιουργό, καθώς έχει αυτή την αντίφαση με το δημιουργό, ότι αυτό έχει εντόνα τα στοιχεία της αθανασίας.
Ο Θάνος Μικρούτσικος έφτιαξε και άφησε ένα έργο του οποίου η σπουδαιότητα φαίνεται από το πόσο ακόμα και σήμερα τραγουδιέται στις παρέες των γενιών που δεν τον έζησαν όπως οι παλιότερες. Και μέχρι να υπάρξει η καλλιτεχνική δημιουργία και οι καλλιτέχνες της εποχής μας, που να αποτελούν συνοδούς στους αγώνες του λαού μας για ανεξαρτησία και για μια άλλη κοινωνία, μη εκμεταλλευτική, ας κρατήσουμε ως φάρο αυτό το έργο τόσο στους αγώνες του σήμερα, όσο και στην ύψιστη ανάγκη νέων έργων για τους αγώνες και του σήμερα και του αύριο.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου